- φορωνιδοειδή
- τα, Νζωολ. τα φορωνίδια.[ΕΤΥΜΟΛ. < νεολατ. phoronidea].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φορωνίδια — τα, Ν ζωολ. έλασσον φύλο μικρόσωμων θαλάσσιων ασπόνδυλων, συγγενικό με τα βρυόζωα και τα βραχιονόποδα, μαζί με τα οποία συγκροτεί την ομάδα λοφοφόρα, αλλ. φορωνιδοειδή. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεολατ. phoronida] … Dictionary of Greek